Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

Σοβαρότατους κινδύνους για την Κύπρο και την Ελλάδα εγκυμονεί η εξελισσόμενη διαπραγμάτευση για το κυπριακό, σε συνδυασμό με την πολιτική συγκυρία στη




Ο κ. Ερντογάν έχει καταφέρει, στην πραγματικότητα δηλαδή η δική μας πολιτική έχει καταφέρει, να φέρει την ‘Αγκυρα σε μια κατάσταση win-win, όπου δηλαδή ότι και να κάνει θα κερδίσει:

- είτε να συνεχίσει τη σκληρή στάση, κρατώντας μια λύση του κυπριακού όμηρο της ευρωπαϊκής προοπτικής της και αφήνοντας τον χρόνο να δουλεύει υπέρ της παγίωσης των τετελεσμένων, καταγράφοντας τις άνευ ανταλλάγματος υποχωρήσεις Χριστόφια και μην καταβάλλοντας διεθνές ποιλιτικό και διπλωματικό κόστος για τη στάση της
- είτε να αποδεχθεί μια παραλλαγμένη μορφή του σχεδίου Ανάν, ουσιαστικής διάλυσης δηλαδή του κυπριακού κράτους, που θα εμφανίσει μάλιστα διεθνώς ως δική της παραχώρηση. Με μια τέτοια ρύθμιση όχι μόνο θα ανοίξει πανηγυρικά τον δρόμο για πλήρη ένταξή της στην ΕΕ, αλλά και θα αποκτήσει, ήδη από τώρα, πολλά δικαιώματα επιρροής εντός της ‘Ενωσης δια της «τεθλασμένης» (της θεσμοποιημένης επιρροής της δηλαδή στην ψήφο της νέας Κύπρου μέσα στην ΕΕ, αλλά και της ανάγκης Αθήνας και Βρυξελλών να παρακαλάνε συνέχεια την ‘Αγκυρα να είναι «καλή», μην τους προκύψει ξαφνικά καμμιά Βοσνία εντός ΕΕ)

Αν η ‘Αγκυρα αποφασίσει το πρώτο σενάριο τότε θα συνεχίσει τη σκληρή στάση, πόσο μάλλον που η στάση του Δημήτρη Χριστόφια, να κάνει μείζονες παραχωρήσεις χωρίς ανταλλάγματα (π.χ. εκ περιτροπής προεδρία, διατήρηση βρετανικών βάσεων, παραμονή 50.000 εποίκων και Κύριος Οίδε τι άλλο στην τράπεζα διαπραγματεύσεων που γίνονται εν αγνοία του κυπριακού πληθυσμού, των πολιτών δηλαδή ποιυ θα ζήσουν στο μελλοντικό κράτος!) στην πραγματικότητα δημιουργεί κίνητρο σε Τουρκοκύπριους και Τουρκία να σκληραίνουν τη στάση τους, όπως ήδη έπραξαν μετά την εκλογή του Κυπρίου Προέδρου! Αυτό θα έκανε άλλωστε και κάθε κράτος που σέβεται τον εαυτό του. Αν τελικά ο Ερντογάν αποφασίσει το δεύτερο, όπως είναι αρκετά πιθανό, τότε θα κάνει μια-δύο χειρονομίες συμβολικού κυρίως χαρακτήρα, αποσύροντας π.χ. πέντε χιλιάδες στρατιώτες ή επιστρέφοντας τη μισή Αμμόχωστο, και θα πάρει ότι άλλο θέλει από τους Ελληνοκυπρίους.

Πόσο μάλλον που, η συντριπτική πλειοψηφία του ελλαδικού και κυπριακού πολιτικού, εκδοτικού και οικονομικού κατεστημένου επιθυμεί διακαώς μια λύση τύπου Ανάν, όπως το απέδειξε πέραν αμφιβολίας της το 2004. Εξάλλου, το σχέδιο Ανάν δεν είναι προιϊόν του ΟΗΕ, προϊόν διαπαραγμάτευσης Παπανδρέου-Τζεμ, υπό την επίβλεψη Σημίτη και Κληρίδη-Ντενκτάς υπήρξε! Μια ενδεχόμενη κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα θα απομακρύνει από την εξουσία τον σημερινό Πρωθυπουργό, έναν πολιτικό που ήταν ο πιο επιφυλακτικός για το σχέδιο Ανάν το 2004, οδηγώντας πιθανώς σε πρωταγωνιστικούς ρόλους τον Γιώργο Παπανδρέου και την Ντόρα Μπακογιάννη, αρχιτέκτονα και φανατική θιασώτη αντίστοιχα του περιβόιητου σχεδίου. Οι οποίοι ουδέποτε απεκήρυξαν, ειρήσθω, τις ιδέες που είχαν τότε. Δεν σημαίνει ότι το παρελθόν είναι αναγκαστικός οδηγός για το μέλλον και ίσως οι δύο αυτοί πολιτικοί έχουν βγάλει κάποιο συμπέρασμα από το δημοψήφισμα του 2004. Ελπίζουμε ότι είναι έτσι, αλλά αν έχουν βγάλει κάποιο συμπέρασμα δεν το είπαν σε κανέναν.

Αν αυτές είναι οι πολιτικές συνθήκες στην «κορυφή», αντίστοιχες είναι και στη «βάση». Κύπριοι και Ελλαδίτες ‘Ελληνες δεν καταλαβαίνουν καν τι συζητιέται, σε κατάσταση πλήρους σύγχυσης ευρισκόμενοι με τις διάφορες γελοίες αγγλικές εφευρέσεις-παγίδες τύπου «πολιτικής ισότητας», «διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας», «αποστρατιωτικοποιημένης Κύπρου» και δεν συμμαζεύεται. Η συζήτηση για το κυπριακό έχει εμπλακεί σε έναν απέραντο βυζαντινισμό και νομικισμό χωρίς περιεχόμενο, που έχει κάνει τους φυσιολογικούς ανθρώπους να τη σιχαθούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 80% των Ελληνοκυπρίων δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι δεν καταλαβαίνει τι σημαίνει ο όρος «διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα», δεν καταλαβαίνει δηλαδή τι σημαίνει η επίσημη, εθνική επιδίωξη τριών δεκαετιών Κύπρου και Ελλάδας. Στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν οι μισοί Κύπριοι δεν δίνουν σημασία στις διαπραγματεύσεις γιατί δεν πιστεύουν ότι θα λυθεί το κυπριακό και οι υπόλοιποι γιατί δεν καταλαβαίνουν το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης, κατάσταση που επίσης ενισχύει την τάση επαναφοράς του σχεδίου Ανάν.

Το ΑΚΕΛ είχε εξαγγείλλει καμπάνια για να εξηγήσει στον πληθυσμό τι είναι αυτή η ομοσπονδία, την οποία ποτέ δεν πραγματοποίησε, προφανώς γιατί θα κινδύνευαν να τους πάρουν με τις πέτρες και τα ίδια τα μέλη του αν όντως τους εξηγούσαν τι εννοούν. Το βασικό, πρωταρχικό ερώτημα κάθε κράτους και κάθε συντάγματος είναι ποιός ασκεί νόμιμη εξουσία, ποιός κάνει κουμάντο. Σε αυτό προσπαθούν να αποφύγουν, όπως ο διάβολος το λιβάνι, την απάντηση Κύπριοι και Ελλαδίτες πολιτικοί, γιατί γνωρίζουν ότι δεν θα είναι η πλειοψηφία του πληθυσμού (φυσικά οι μειονότητες έχουν δικαιώματα, αλλά δεν είναι δυνατό το δικαίωμα της μειονότητας να καταργεί το δικαίωμα της πλειονότητας, όπως συνέβαινε στο σχέδιο Ανάν, που εξίσωνε το 20% με το 80% του πληθυσμού και εν συνεχεία ανέθετε σε ξένους αξιωματούχους τη διοίκηση του νησιού!). Η άποψη επίσης ότι η Κύπρος πρέπει να είναι το μόνο κράτος στον κόσμο χωρίς στρατό, χωρίς δικαίωμα αυτοάμυνας και χωρίς όπλα, που είναι επίσης η επίσημη θέση όλης σχεδόν της κυπριακής και ελλαδικής πολιτικής εξουσίας είναι ομοίως αστεία, προερχόμενη μάλιστα από ένα κράτος που βρίσκεται στην Αν.Μεσόγειο, έχει υποστεί εισβολή και τελεί υπό μερική στρατιωτική κατοχή. Πολύ περισσότερο προερχόμενη από ένα κόμμα που ισχυρίζεται ότι έφτασε η ώρα της συμφιλίωσης Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Αν θέλουν όντως αυτές οι δύο κοινότητες να ζήσουν μαζί, να συναποτελέσουν ένα κράτος, γιατί δεν θέλουν και κοινό στρατό, που είναι και ένα μεγάλο «σχολείο» συμβίωσης? Τι σημαίνει η «μία κυριαρχία», διαπραγματευτικό λάβαρο του κ. Χριστόφια, όταν θα απαγορευθεί η ύπαρξη του κύριου μέσου αυτής της κυριαρχίας, του στρατού?

Οι Αγγλοαμερικανοί έχουν αναγορεύσει, για διάφορους λόγους, την τουρκική ένταξη στην ΕΕ κεντρική τους επιδίωξη। Πρέπει να βγάλουν το κυπριακό από τη «μέση»। Θα επιχειρήσουν να στριμώξουν τον Δημήτρη Χριστόφια, κάνοντάς του και μερικές παραχωρήσεις για το θεαθήναι ώστε να υπογράψει ένα σχέδιο παραπλήσιο του Ανάν। Οι Ελληνοκύπριοι θα βρεθούν μετά στο τραγικό δίλημμα να αποδεχθούν μια λύση που δεν θέλουν ή να τα ξαναβάλουν με τα δύο μεγαλύτερα κόμματά τους, την Ελλάδα, την Ευρώπη και την Αμερική. Λονδίνο, Ουάσιγκτον και οι φίλοι τους στην Αθήνα και τη Λευκωσία υπολογίζουν ότι δεν θα έχουν τα κότσια να το κάνουν.

Ο γράφων δεν είναι αντίθετος με τιθς υποχωρήσεις και τους συμβιβασμούς. Πιστεύει όμως ακράδαντα ότι αν, στο τέλος της διαπραγμάτευσης, δεν μείνει κράτος στους ‘Ελληνες της Κύπρου, όπως παρολίγον να συμβεί το 2004 με το σχέδιο Ανάν, το νησί θα μπει αναπόφευκτα στον δρόμο της «Ιμβροποίησης» και «Τενεδοποίησης». Αλλά η Κύπρος είναι πολύ μεγάλη για να γίνει στην πραγματικότητα ‘Ιμβρος ή Τένεδος. ‘Ενα τέτοιο «κλείσιμο» του κυπριακού, μπορεί να αποδειχθεί χειρότερο από το «κλείσιμο» του 1960, παρασύροντας την Ελλάδα και την Τουρκία σε πολύ επικίνδυνες περιπέτειες. (Ειρήσθω εν παρόδω, θα είναι και η τελική καταστροφή της κυπριακής και ελλαδικής αριστεράς, αν συγκατατεθεί σε μια τέτοια λύση. Αν δηλαδή ο Δημήτρης Χριστόφιας αναδειχθεί σε Κύπριο Γκοιρμπατσώφ, που νομίζει ότι μπαίνει στην ιστορία λύνοντας το κυπριακό και διαλύοντας στην πραγματικότητα το κράτος του, στα πλαίσια ενός ανιστόρητου συμβιβασμού με την Αυτοκρατορία, ανάλογου εκείνου που έκαναν οι σύντροφοι και καθοδηγητές του του ΚΚΣΕ).

konstantakopoulosd@yahoo.gr

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Μετροπόλιταν»