ΠΟΙΗΣΗ

Μα είδα τα δακρυσμένα μάτια αυτών

Του τους έβαλαν να μας βλέπουν σαν εχθρούς.
Μοιάζανε με μας, μοιάζαμε με αυτούς.
Πόσες φορές δεν αγκαλιαστήκαμε οι δυο μας.
Πόσες φορές δεν περιμέναν με μαζί το θάνατο...

Γιασάρ Ισμαϊλογλου

Τουρκοκύπριος Ποιητής


Χωρισμός

 
Στις κουρασμένες και σκοτεινές νύχτες
Η δική η πατρίδα που υπεραμύνομαι
Που γι αυτήν έχυσα το αίμα μου
Φεύγει μακριά, δραπετεύει απ’ τα χέρια μου
Θυμάμαι την ώρα που έκλαιγα
Αναχωρώντας με ένα παλιό ελληνικό πλοίο
Παρακολουθούσα από μακριά, φεύγοντας για μακριά.

Ω, αγαπημένη Λεμεσός, ετα τζαμιά και τα καμπαναριά σου
Τα δάκτυλά μου ακίνητα στο κρύο ατσάλι.
Μια τέτοια ακινησία θα μπορούσε να ήταν κάτι

Υπεράνω της αγάπης, υπεράνω της ανθρωπότητας.
Με το μυαλό μου ζυγίζω προσεκτικά την απεραντοσύνη
Που οι δρόμοι της γεμίζουν με πάθη έχθρας.

Μα είδα τα δακρυσμένα μάτια αυτών
Του τους έβαλαν να μας βλέπουν σαν εχθρούς.
Μοιάζανε με μας, μοιάζαμε με αυτούς.
Πόσες φορές δεν αγκαλιαστήκαμε οι δυο μας.
Πόσες φορές δεν περιμέναν με μαζί το θάνατο
Και πόσες το παγερό ατσάλι δεν κατάντησε πρόβλημα!
Μα γιατί μιλώ πάντα εγώ, γιατί πάντα εγώ;
Γιατί δεν λένε κάτι κι εσείς,
Έστω κάτι αναίσθητο όπως τα αισθήματα ενός νεκροταγφείου;
Γιατί μας χωρίζουν
Εκείνοι είναι οι αγάπες μας, παρόλο που είναι πικρές,
Εκείνοι οι ίδιοι ήταν η δική μας ευαισθησία.


Μην περπατάς, σε ικετεύω


Με τη γλώσσα ή

Με τα χέρια ή

Με τα μυαλό


Ακόμα και οι πέτρες θα μιλούν μέχρι τώρα

Αν δεν ήσουνα πέτρα